- γαλῇ
- γαλέηweaselfem dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
γαλή — Οικισμός (170 κάτ.) της Λήμνου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μύρινας του νομού Λέσβου. * * * η (AM γαλῆ, Α και γαλέη) η γάτα αρχ. Ι. 1. ονομασία διαφόρων αιλουροειδών, αγριόγατα, νυφίτσα κ.λπ. 2. φρ. α) «γαλῇ χιτώνιον κροκωτόν» για πράγματα… … Dictionary of Greek
γαλῆ — γαλέη weasel fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φιλοῦσιν ἀλλήλους ὥσπερ γαλῆ καὶ κύων. — См. Как кошка с собакой … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
γάτα — Κοινή ονομασία μικρού σαρκοφάγου ζώου της οικογένειας των αιλουροειδών. Η άγρια γ. (γαλή η αγρίαδασόβια) είναι μεγαλύτερη από την οικιακή (γαλή η οικοδίαιτη) και μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 120 εκ., από τα οποία τα 35 εκ. ανήκουν στην ουρά. Η… … Dictionary of Greek
γαλέος — Με την ονομασία αυτή χαρακτηρίζονται δύο είδη πλευροτρηματικών χονδριχθύων, με μορφή σκυλόψαρου, του γένους μούστελους, της οικογένειας των καρχαρινιδών. Ο γ. ο κοινός έχει μέσο μήκος 80 εκ., αλλά μπορεί να φτάσει και τα 160 εκ. Τα δόντια του… … Dictionary of Greek
γαλιά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 899 κάτ.) στην πρώην επαρχία Καινούργιου του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μοιρών. * * * η (Α γαλέη και γαλῆ, Μ γαλέα) μικρό ψάρι, σταχτί με μαύρα στίγματα. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο νεοελλ. τ. γαλιά < μσν … Dictionary of Greek
κερδώ — (I) κερδῶ, οῡς και όος, ἡ (Α) [κέρδος] 1. (ως επίθ. τής αλεπούς) αυτή που επιδιώκει κέρδος, πανούργα, δόλια, κατεργάρα, κλέφτρα 2. η αλεπού 3. (κατά τον Αρτεμίδωρο τον Δαλδιανό) «γαλή» η άγρια γαλή, δηλ. η νυφίτσα ή το κουνάβι, η ικτίς ή ίκτις.… … Dictionary of Greek
Галинтия — (Galinthias) по словам позднейшего греческого сказания, содействовала, в качестве подруги или служанки Алкмены, рождению Геркулеса, которое Гера хотела замедлить. Она неверно сообщила, что Алкмена уже разрешилась от бремени, и этим побудила Геру… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Galinthias — (griechisch Γαλινθιάς), bei Ovid auch Galanthis (Γαλανθίς), war in der griechischen Mythologie die Magd der Alkmene, die durch ihre Dienstfertigkeit dieser besonders lieb geworden war. Als die quälenden, schmerzvollen Wehen der mit Herakles… … Deutsch Wikipedia
как кошка с собакой — (жить) несогласно Лад, как у кошки с собакой. Ср. Когда дела нет, настоящего, серьезного дела, тогда деятели живут, как кошки с собаками, и начинают между собою разные дрязги за принципы и убеждения. Достоевский. Крит. ст. 5. Последние… … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона